Στις 13 Σεπτεμβρίου 2022, κατατέθηκε το νέο νομοσχέδιο που βρίσκεται προς ψήφιση στην βουλή, το οποίο προτείνει τα κέρδη των συνδεδεμένων επιχειρήσεων που προκύπτουν από τις ενδοομιλικές συναλλαγές με άλλες συνδεδεμένες επιχειρήσεις, να μπορούν να αναπροσαρμοστούν, εάν τα κέρδη αυτά περιλαμβάνονταν μετά από φορολογικό έλεγχο στη φορολογική βάση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων.
Πιο αναλυτικά, με το άρθρο 171 του νέου νομοσχεδίου προτείνεται η προσθήκη της παρ. 1Α στο άρθρο 50 και της παρ.84 στο άρθρο 72 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 4172/2013) καθώς και την προσθήκη της παρ. 4 στο άρθρο 19 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν. 4174/2013).
Σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις θα υπάρχει πλέον ειδική πρόβλεψη σχετικά με την διόρθωση των φορολογητέων κερδών. Συγκεκριμένα, ενώ μέχρι τώρα οι φορολογικές διαφορές λόγω της μη συμμόρφωσης με την αρχή των ίσων αποστάσεων, αναμορφώνονταν «μόνον στο βαθμό που δεν μειώνουν το ποσό του καταβλητέου φόρου», κάτι το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα τη διπλή φορολόγηση του εισοδήματος, με το νέο σχέδιο νόμου σε περίπτωση που κατόπιν φορολογικού ελέγχου προκύψουν επιπλέον κέρδη για την μία συνδεδεμένη επιχείρηση, θα δίνεται η δυνατότητα στο αντισυμβαλλόμενο συνδεδεμένο μέρος να πραγματοποιήσει αντίστοιχη μείωση στα δικά του φορολογητέα κέρδη, κατόπιν υποβολής τροποποιητικής φορολογικής δήλωσης που συνοδεύεται από γνωστοποίηση της οικείας έκθεσης ελέγχου της εταιρείας της οποίας τα κέρδη αναπροσαρμόστηκαν ως αποτέλεσμα του φορολογικού ελέγχου. Η εν λόγω τροποποιητική δήλωση θα πρέπει να υποβάλλεται εντός τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου.
Τα ανωτέρω θα ισχύουν και για υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Φορολογικής Διοίκησης, των Διοικητικών Δικαστηρίων ή του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου.
Όπως φαίνεται, το νέο σχέδιο νόμου αναμένεται να φέρει αλλαγές στον τρόπο προσέγγισης των ενδοομιλικών συναλλαγών αφού πλέον θα παρατηρείται μία πιο δίκαιη κατανομή του φορολογητέου εισοδήματος για τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις, και θα αποφεύγεται η διπλή φορολόγηση και επομένως η καταβολή επιπλέον φόρων για τους Ομίλους.